Δευτέρα, 24 Φεβρουαρίου 2025

Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για το ελληνικό δημόσιο; Ξεκινάνε με ΕΜΑΚ - Μπορεί να εφαρμοστεί η οδηγία του κράτους;

Ο φόβος του διχασμού ανάμεσα σε αρνητές και υποστηρικτές του εμβολιασμού και τι θα ισχύσει για τον χώρο εργασίας

19 Μαΐου 2021 09:48
Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για το ελληνικό δημόσιο; Ξεκινάνε με ΕΜΑΚ - Μπορεί να εφαρμοστεί η οδηγία του κράτους;
Από Γιάννης Κυριακόπουλος

Η ΕΜΑΚ είναι η πρώτη υπηρεσία στην Ελλάδα για την οποία καθίσταται αναγκαίος ο εμβολιασμός, ωστόσο ο εμβολιασμός ενδέχεται να γίνει υποχρεωτικός για το ελληνικό δημόσιο;

Αντιδράσεις αρκετών στελεχών έχει προκαλέσει η διαταγή του αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος που αφορά στον υποχρεωτικό εμβολιασμό όλων όσοι υπηρετούν στις Ειδικές Μονάδες Αντιμετώπισης Καταστροφών, την ευρέως γνωστή ως ΕΜΑΚ, οι οποίοι αν δεν εμβολιαστούν, θα μετατεθούν σε άλλες υπηρεσίες.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του OPEN TV και του Δημήτρη Φρέσκου, η διαταγή του αρχηγείου της Πυροσβεστικής ορίζει ότι στο εξής στην ΕΜΑΚ θα υπηρετούν υποχρεωτικά μόνο όσοι έχουν προβεί στο σχετικό εμβολιασμό.

Σε αντίθετη περίπτωση θα δρομολογηθεί η αντικατάσταση τους στις εν λόγω υπηρεσίες από άλλου υπάλληλους του ΠΣ που θα έχουν εμβολιαστεί .Με απλά λόγια όσοι δεν εμβολιάζονται θα απομακρύνονται από την ΕΜΑΚ και θα αντικαθίστανται.

Οι εργαζόμενοι έχουν περιθώριο να κάνουν το εμβόλιο έως τις 11 Ιουνίου και τρεις ημέρες περιθώριο, δηλαδή μέχρι τις 21 του μήνα, να κάνουν γνωστές τις προθέσεις τους. Τα ζητήματα ωστόσο που τίθενται είναι αρκετά. Το ένα αφορά την επιβολή εμβολιασμού ως προϋπόθεση εργασίας -κάτι που παρατηρείται πρώτη φορά και δεν έγινε ούτε για τους υγειονομικούς- και το δεύτερο το τι θα συμβεί σε όσους αρνηθούν να εμβολιαστούν, αφού πρόκειται για άνδρες με ειδική εκπαίδευση.

Η απόφαση της ΕΜΑΚ για τον εμβολιασμό

Απόφαση ΕΜΑΚ για εμβολιασμό

Τι λέει το αρχηγείο

Από την πλευρά του, το αρχηγείο κάνει λόγο για μια απόφαση προς θετική κατεύθυνση που έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι η ΕΜΑΚ υπάγεται στον ευρωπαϊκό μηχανισμό πολιτικής προστασίας και πρέπει να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να συνδράμει στην Ελλάδα και τοι εξωτερικό με τον εμβολιασμό να αποτελεί στοιχείο εξασφάλισης αδιάληπτης επιχειρησιακής λειτουργίας.

Ξεκαθαρίζεται πως όσοι για τους δικούς τους λόγους δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν δεν απομακρύνονται από το σώμα απλά μετακινούνται σε άλλες υπηρεσίες.

Ο φόβος του διχασμού ανάμεσα σε αρνητές και υποστηρικτές του εμβολιασμού και τι θα ισχύσει για τον χώρο εργασίας


Μπορεί ο εμβολιασμός κατά Covid να γίνει υποχρεωτικός; Η συζήτηση δεν φεύγει στιγμή από την κυβερνητική ατζέντα παρότι το ερώτημα περιβάλλεται από ακανθώδη νομικά και ηθικά ζητήματα.

Η κυβέρνηση αρέσκεται ανοιχτά στην καταστολή. Ο περιορισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει γίνει κύρια μέριμνά της. Ο κορονοϊός έχει εξελιχθεί σε πολιτικό θέμα με την επιστροφή ενός κράτους «πατερούλη» που θεωρεί τις ελευθερίες υπό αίρεση.

Ωστόσο, ο συνταγματολόγος Τάκης Βιδάλης, επιστημονικός συνεργάτης της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και εμπειρογνώμων της Ε.Ε., αποσαφηνίζει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ότι «η δημόσια υγεία πρέπει να προστατεύεται υπό τους όρους των ελευθεριών των ανθρώπων.

Δεν υπάρχει δημόσια υγεία χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα» και αναφέρεται στον «ορατό κίνδυνο της δημόσιας υγείας πάνω από τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και της επιβολής της υποχρεωτικότητας σε πολλούς τομείς, μεταξύ αυτών και στον εμβολιασμό».

Η πρόβλεψη έχει γίνει ήδη από νωρίς, από τις αρχές του περασμένου Μαρτίου, με τον νόμο 4675/2020 (ΦΕΚ A’ 54/11.03.2020): «Σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας (ΕΕΔΥ), υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου».

Υποχρεωτικός ο εμβολισμός για το ελληνικό δημόσιο

Μπορεί να εφαρμοστεί;

«Κάθε πρόβλημα δημόσιας υγείας θέτει σε δοκιμασία την αρχή της αυτονομίας που λέει ότι καθένας μας είναι ελεύθερος και υπεύθυνος για τη φροντίδα της δικής του υγείας. Αρχή που δοκιμάζεται όταν μπαίνει το ερώτημα: τι γίνεται όταν οι αποφάσεις για την υγεία τη δική μου επηρεάζουν την υγεία των άλλων;» εξηγεί ο Τ. Βιδάλης. Σύμφωνα με το ισχύον σύγχρονο δίκαιο διεθνώς, κάθε ιατρική πράξη προϋποθέτει την ελεύθερη συναίνεση ύστερα από ενημέρωση του ατόμου (informed consent).

Το ίδιο ισχύει για τον εμβολιασμό. «Είναι μια κόκκινη γραμμή για το δίκαιο αλλά και για τη σύγχρονη βιοηθική -η οποία τουλάχιστον από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά- δεν συμβιβάζεται με την υποχρεωτικότητα έστω και αν αντιμετωπίζουμε μια κρίση δημόσιας υγείας», αναφέρει ο συνταγματολόγος και προσθέτει ότι ο καταναγκασμός κάποιου να δεχτεί μια παρέμβαση στο σώμα του τον μετατρέπει σε ένα απλό μέσο, σε ένα εργαλείο για την εξυπηρέτηση των υπολοίπων αντιβαίνοντας στη θεμελιώδη αρχή της ανθρώπινης αξίας.

Σύμφωνα με τον Τάκη Παναγιωτόπουλο, ομότιμο καθηγητή Δημόσιας Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας και μέλος της 28μελούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών: «Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κριτήριο της αποτελεσματικότητας, που είναι καθοριστικό: Τι αποτέλεσμα αναμένεται να έχει η επιβολή υποχρέωσης; Αναμένεται να αυξήσει την κάλυψη; Ή μήπως μπορεί να οδηγήσει συμπολίτες μας που απλώς δεν έχουν πειστεί ή διστάζουν (και είναι η μεγάλη πλειονότητα όσων αποφεύγουν να εμβολιαστούν) σε σαφή αντίθεση προς τον εμβολιασμό; Απαιτούνται προσεκτικές σταθμίσεις αυτών των ζητημάτων με συστηματική χρήση εργαλείων των κοινωνικών επιστημών, χωρίς υποκειμενισμούς ή ηθικολογίες».

• Η απεχθής απόφαση στις ΗΠΑ και το ΣτΕ

Για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού ως «ένα μεγάλο και δύσκολο κεφάλαιο» μίλησε πρόσφατα ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης στο Διεθνές Διεπιστημονικό Διαδικτυακό Συμπόσιο της Πρωτοβουλίας 1821-2021 ανασύροντας μια απεχθή αμερικανική απόφαση του 1905 (Jacobson v Massachusetts).

Η απόφαση διατυπώνει την άποψη ότι η ατομική ελευθερία δεν είναι απόλυτη και υπόκειται στην αστυνομική εξουσία του κράτους και υποστηρίζει την εξουσία των κρατών να επιβάλλουν υποχρεωτικούς νόμους εμβολιασμού. «Κρίθηκε σε επίπεδο θεωρητικής αφαίρεσης ότι το χρέος της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι εμποτισμένο μέσα στα δικαιώματα, δεν αποτελεί δηλαδή στην πραγματικότητα μία αντίθετη εκδοχή», ερμήνευσε ο Γ. Γεραπετρίτης και πρόσθεσε ότι «η πρόθεση της ελληνικής πολιτείας δεν είναι να καθιερωθεί υποχρεωτικός εμβολιασμός, μολονότι έχει προβλεφθεί ως δυνατότητα στη νομοθεσία για περιπτώσεις που θα ανακύψει ένα πάρα πολύ οξύ υγειονομικό πρόβλημα».

Αλλά, όπως είπε, «δεν υπάρχει αντίθεση στο Σύνταγμα στο ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού, αν πρόκειται για το τελευταίο καταφύγιο για την προστασία της δημόσιας υγείας» και ανέτρεξε στην πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ (2387/2020) σχετικά με την εγγραφή ανεμβολίαστων παιδιών σε βρεφικούς και βρεφονηπιακούς. Μια απόφαση που «έχει σημαντική αξία με την ανάλογη εκδοχή της στα όσα βιώνουμε σήμερα σε σχέση με τον Covid», τονίζοντας ότι «δεν μπορείς να επικαλείσαι την ατομοκεντρική θεώρηση του δικαιώματος ως ένας ελεύθερος επιβάτης του δικαιώματος».

• Μπορεί να επεκταθεί η απόφαση του ΣτΕ;

Στον Γ. Γεραπετρίτη απάντησε ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ, Μιχάλης Πικραμένος, που συμμετείχε στο Συμπόσιο. «Τα επιχειρήματα από τις αποφάσεις δεν μπορούν όπως ακριβώς είναι να μεταφερθούν στη σημερινή κατάσταση», είπε και εξήγησε ότι στα παιδιά «πρόκειται για εμβόλια δοκιμασμένα ήδη για ασθένειες που στο παρελθόν ταλαιπώρησαν την ανθρωπότητα, δημιούργησαν πάρα πολλά θύματα και έχουν τεθεί ως κλασικός κατάλογος μη αμφισβητούμενος».

Αντίθετα τώρα, υπογράμμισε, βρισκόμαστε εν μέσω μιας πανδημίας με την επιστήμη να μην έχει καταλήξει σε απαντήσεις για όλα τα θέματα που σχετίζονται με τον ιό και εξέφρασε τον προβληματισμό του για το κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε στην παρούσα φάση για υποχρεωτικό εμβολιασμό.

Υπάρχει διαφοροποίηση, συμφώνησε η διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Χριστίνα Ακριβοπούλου, αφού σε αυτή την περίπτωση έχουμε το αντικειμενικό συμφέρον του παιδιού, ενώ στην περίπτωση των εμβολιασμών κατά Covid η γενική αρχή της εθελούσιας συμμετοχής θα πρέπει να είναι κεντρική λόγω της ιδιαιτερότητας της νόσου.

Κατά βάση, εξήγησε, ο εμβολιασμός συνήθως τείνει να προστατεύει και αυτούς που δεν μπορούν να εμβολιαστούν. Στην περίπτωση του Covid «το βάρος της προστασίας μετακινείται -και εδώ είναι το παράδοξο της στόχευσης σε αυτή την πολιτική- σε ομάδες προσώπων που ενδεχομένως οι ατομικές συνέπειες αν νοσήσουν θα ήταν πολύ μικρότερες».

Η κ. Ακριβοπούλου υποστήριξε ότι θα πρέπει να είναι τα ακραία όρια αυτά που να μας οδηγούν στην υποχρεωτικότητα, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να θεμελιωθεί σε αυτή την περίπτωση ένα συνταγματικό καθήκον περισσότερο από το ηθικό.

Οπως λέει ο συνταγματολόγος Τ. Βιδάλης, η απόφαση του ΣτΕ νομικά μπορεί να στέκεται αλλά κοινωνικά και ηθικά είναι πολύ προβληματική στην αιτιολόγηση, ενώ δίνει λαβές να επεκταθεί η υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών. Ωστόσο, αφορά τους παιδικούς σταθμούς, θυμίζει, όπου η εκπαίδευση δεν είναι υποχρεωτική.

Αν τυχόν όμως επιχειρηθεί να επεκταθεί στο δημοτικό ή στο γυμνάσιο, θα παραβιάζει το άρθρο 16 του Συντάγματος για την υποχρεωτική εκπαίδευση που είναι δημόσια υποχρέωση και δεν μπορεί να εξαρτάται η εκπλήρωσή της από μία παρέμβαση στο σώμα. «Το δίλημμα μεταξύ του να υποστείς μια παρέμβαση στο σώμα ακούσια ή να μην εκπληρώσεις την υποχρέωσή σου στην εκπαίδευση δεν είναι ανεκτό από το Σύνταγμα», διευκρινίζει.

• Επέκταση της απόφασης και στον χώρο εργασίας;

Οχι, ξεκαθαρίζει ο κ. Βιδάλης. «Δεν θα δικαιολογήσει εύκολα ένα δικαστήριο την απόφαση απόλυσης εργαζομένου επειδή δεν έχει εμβολιαστεί επειδή υπάρχουν ηπιότερα μέτρα για την προστασία του ίδιου και του εργασιακού περιβάλλοντος (π.χ. αποστάσεις, αερισμός χώρου, συχνή καθαριότητα). Ούτε όρος πρόσληψης υπό οποιαδήποτε σχέση μπορεί να είναι ο εμβολιασμός».

• Επιβολή ή εμπιστοσύνη;

Η εμπιστοσύνη προέχει και στο ζήτημα του εμβολιασμού, τόνισε στο Συμπόσιο η Λίλιαν Μήτρου, καθηγήτρια Δικαίου - Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου: «Η Πολιτεία οφείλει να διασφαλίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, ότι όλα αυτά γίνονται όχι μόνο με έναν τρόπο αποτελεσματικό αλλά και με τρόπο που εγγυάται την προστασία των δικαιωμάτων τους. Νομίζω ότι είναι προαπαιτούμενο η εμπιστοσύνη που πρέπει να υπάρχει σε μια τέτοια σχέση γιατί δεν μπορεί να βασίζεται στον καταναγκασμό. Βεβαίως, δεν έχουμε επείγον πρόβλημα άρνησης γιατί το θέμα είναι να βρούμε εμβόλια γι’ αυτούς που θέλουν να το κάνουν».

Για τον καθηγητή Τ. Παναγιωτόπουλο «δεν έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια για πειθώ, ενώ πολλές αμφιβολίες που διατυπώνονται για τα εμβόλια COVID-19 βασίζονται σε λογικές σκέψεις, παρότι μπορεί κανείς να διαφωνεί με αυτές. Πρέπει να υπάρχει χώρος για συζήτηση και προσοχή στα ερωτήματα που υπάρχουν, ώστε να απαντηθούν με πληρότητα και ακρίβεια – όχι με κραυγές και αναθέματα.

Επείγει η προσπάθεια για πειθώ να αποτελέσει αντικείμενο συγκεκριμένου σχεδιασμού και συστηματικών ενεργειών. Η αντιμετώπιση των κρίσεων υγείας δεν υπηρετείται από διχασμούς. Αυτό είναι θεμελιώδης αρχή της δημόσιας υγείας. Απαιτούνται ευρείες συνεννοήσεις και συναινέσεις. Η κοινωνία μας δεν χρειάζεται ακόμη μια συγκρουσιακή διχοτόμηση: φιλο-εμβολιαστές κατά αντι-εμβολιαστών».

«Είμαστε ενώπιος ενωπίω του αν θα υπάρξει ένα μεγάλο κοινωνικό συμβόλαιο, εθελοντικό ανάμεσα σε αυτή την κρατική στρατηγική και τους πολίτες» και «αν όντως με τη συνεργασία και των δύο θα μπορέσει να υλοποιηθεί ένα υπερβολικά φιλόδοξο πρόγραμμα - με την καλή έννοια», τόνισε η κ. Ακριβοπούλου.

Εξίσου σημαντικές με το πρόβλημα το ίδιο της πανδημίας για τη συγκρότηση της κοινωνικής εμπιστοσύνης, πρόσθεσε, είναι η αποτελεσματικότητα, η ασφάλεια και ο έλεγχος και ο επανέλεγχος ότι το εμβόλιο δεν θα έχει επιβλαβείς συνέπειες.

«Οσο δηλαδή η συγκρότηση της κοινωνικής εμπιστοσύνης μας ζητάει να τονίζουμε τη σοβαρότητα του προβλήματος, άλλο τόσο πολύ σημαντικό είναι να δίνουμε εγγυήσεις της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας του εμβολίου». Γιατί; «Διότι το εμβόλιο απευθύνεται σε υγιή πρόσωπα. Αυτό σημαίνει ότι οι επιπτώσεις τους και από την πλευρά του δικαίου είναι δυσμενέστερες από αυτές από τη χρήση ενός φαρμακευτικούς προϊόντος σε κάποιον που είναι ήδη ασθενής».

Το μεγάλο πλεονέκτημα του μη υποχρεωτικού εμβολιασμού, που ευτυχώς ακολουθείται παγκοσμίως στην περίπτωση αυτής της πανδημίας, επισημαίνει ο Τ. Βιδάλης, «είναι νομίζω κάτι που τείνουμε να ξεχνάμε με τους αλλεπάλληλους περιορισμούς που έχουμε υποστεί αυτό τον καιρό, ότι όπως σε κάθε κρίση δημόσιας υγείας η εμπιστοσύνη των πολιτών βασίζεται μόνο στην ορθή, έγκυρη πληροφόρηση και στην κατάλληλη συμβουλευτική από τις αποκλειστικά αρμόδιες υπεύθυνες υγειονομικές αρχές και από κανέναν άλλο.

Αυτός είναι ο δρόμος, ο δύσκολος δρόμος, να πείσεις κάποιον για την ορθότητα ενός μέτρου, αλλά είναι ο μόνος δρόμος που εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη και τη συντεταγμένη πορεία της κοινωνίας μας προς την έξοδο από αυτό το χάος».

Δεν πρέπει να προεξοφλείται η μη μαζική συμμετοχή των πολιτών στον εμβολιασμό, επισήμανε η διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Χριστίνα Ακριβοπούλου, και εξήγησε ότι το αντιεμβολιαστικό κίνημα των γονέων βασίζει τη λογική του πάρα πολύ στο γεγονός ότι υπάρχει πολύ εκτεταμένη προστασία από τον παιδικό εμβολιασμό, σε αντίθεση με τον Covid όπου η σοβαρότητα της νόσου από τη μία και τα ελλιπή δεδομένα της προστασίας από τη συλλογική ανοσία δεν καλύπτουν.

Αντίθετοι ΠΟΥ, Ηνωμένα Εθνη, Συμβούλιο της Ευρώπης και Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) στις 7 Δεκεμβρίου 2020 πήρε θέση υπέρ του εθελοντικού εμβολιασμού: το να πειστούν οι άνθρωποι για τα πλεονεκτήματα ενός εμβολίου Covid-19 θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό από το να προσπαθήσουμε να κάνουμε τον εμβολιασμό υποχρεωτικό. Και τα Ηνωμένα Εθνη επιμένουν ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός κατά της νόσου θα ήταν λάθος δρόμος, προσθέτοντας ότι υπάρχουν παραδείγματα από το παρελθόν υποχρεωτικού εμβολιασμού που το μόνο που πέτυχαν είναι να ενισχύσουν την αντίθεση στον εμβολιασμό

Με τη θέση του ΠΟΥ και των Ηνωμένων Εθνών συντάσσεται και το Συμβούλιο της Ευρώπης, που συστήνει να διασφαλιστεί «ότι οι πολίτες ενημερώνονται ότι ο εμβολιασμός ΔΕΝ είναι υποχρεωτικός και ότι κανείς δεν πιέζεται πολιτικά, κοινωνικά ή με άλλον τρόπο να εμβολιαστεί, εάν δεν το επιθυμεί» καθώς και «ότι κανείς δεν υφίσταται διακρίσεις για το ότι δεν έχει εμβολιαστεί, λόγω πιθανών κινδύνων για την υγεία ή που δεν θέλει να εμβολιαστεί»

Δεν είναι υποχρεωτικά τα εμβόλια στη χώρα μας, γενικά αλλά και ειδικά για τον κορονοϊό, υπογράμμισε πρόσφατα η Μαρία Θεοδωρίδου, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, απαντώντας σε ερώτηση της «Εφ.Συν». «Ούτε έχει συζητηθεί η υποχρεωτική επιβολή του εμβολιασμού κάποιων ομάδων ή ατόμων», ξεκαθάρισε η καθηγήτρια Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Ελλάδα

Share